Ο πρόωρος τοκετός ορίζεται ως γέννηση του εμβρύου πριν από την 36η ολοκληρωμένη εβδομάδα της εγκυμοσύνης.
Όσο νωρίτερα συμβαίνει ο τοκετός τόσο μεγαλύτερος είναι οι κίνδυνος επιπλοκών για το βρέφος. Τα μωρά που γεννιούνται μετά από τις 32 συμπληρωμένες εβδομάδες κύησης συνήθως πάνε πολύ καλά μετά τη γέννηση, ενώ τα μωρά που γεννιούνται πριν από τις 32 εβδομάδες οι κίνδυνοι των επιπλοκών αυξάνονται σταδιακά, αν και η εξαιρετική πρόοδος στην νεογνική φροντίδα τα τελευταία χρόνια έχει βελτιώσει σημαντικά το αποτέλεσμα. Τα μωρά που γεννιούνται μεταξύ 26 και 28 εβδομάδων εκτιμάται πλέον ότι έχουν πάνω από 80% πιθανότητες επιβίωσης, με πάνω από το 70% των επιζώντων να μην έχουν καμία αναπηρία.
Μια σημαντική διαφορά μεταξύ της γέννησης ενός μωρού πολύ μικρού (μικρό για την ηλικία κύησης) και ενός μωρού που γεννιέται πολύ νωρίς στην κύηση (πρόωρο) είναι ότι τα πρόωρα μωρά μπορεί να έχουν όλα τα προβλήματα ενός μωρού με υπολειπόμενη ανάπτυξη και επιπλέον έχουν προβλήματα λόγω της ανωριμότητας όλων των συστημάτων του σώματος του όπως του γαστρεντερικού, ουροποιητικού, κυκλοφορικού, αναπνευστικού, ανοσοποιητικού και κεντρικού νευρικού συστήματος.