Το τέστ ανίχνευσης του εμβρυϊκού DNA είναι κατάλληλο για κάθε γυναίκα που η υπερηχογραφική εξέταση έχει επιβεβαιώσει ότι η εγκυμοσύνη της αφορά ένα έμβρυο, ζωντανό, και το μήκος του εμβρύου είναι ίσο με το μέγεθος του εμβρύου στις 10 εβδομάδες κύησης ή περισσότερο. Επίσης μπορεί τώρα να ζητηθεί για εγκυμοσύνες που έχουν προκύψει μετά από εξωσωματική θεραπεία με IVF με τα ωάρια της ίδιας της μητέρας ή με δότριας ή που να αφορά παρένθετη εγκυμοσύνη.
Το τεστ μπορεί να δώσει αποτελέσματα για τον κίνδυνο τρισωμιών και σε περιπτώσεις πολυδύναμων κυήσεων αλλά με κάπως χαμηλότερη ευαισθησία απ’ότι στις μονήρεις κυήσεις . Το αποτέλεσμα του τέστ θα είναι έτοιμο σε δέκα μέρες περίπου, στο διάστημα το οποίο οι περισσότερες γυναίκες θα μπορούν να έχουν πραγματοποιήσει την υπερηχογραφική εξέταση της 12ης εβδομάδας κύησης όπου θα μπορεί να εξεταστεί η εμβρυϊκή ανατομία, που περιλαμβάνει την Αυχενική Διαφάνεια, το ρινικό οστό και άλλους σημαντικούς παράγοντες. Σε αυτή την επίσκεψη, οι ασθενείς μπορούν να συζητήσουν το DNA και τα αποτελέσματα του υπερήχου με τον γυναικολόγο τους. Με βάση τα αποτελέσματα του Μη Επεμβατικού Προγεννετικού Τεστ (Non-Invasive Prenatal testing – NIPT) και των υπερηχογραφικών ευρημάτων η μητέρα μπορεί να αποφασίσει αν επιθυμεί να προβεί σε μία επεμβατική μέθοδο ή όχι ( π.χ. λήψη τροφοβλάστης ή αμνιοπαρακέντηση).