Η κολποσκόπηση είναι η εξέταση που πραγματοποιείται όταν ένα τεστ Παπανικολάου υποδεικνύει ότι μπορεί να υπάρχει ιστολογική αλλοίωση στο τράχηλο. Είναι μία εξέταση του τραχήλου της μήτρας που πραγματοποιείται με τη βοήθεια ενός οργάνου που ονομάζεται κολποσκόπιο και φέρει ειδικά μεγεθυντικά κιάλια που βοηθά για να δεί ο γιατρός τις αλλαγές του τραχήλου σε υψηλή μεγέθυνση. Μπορεί έτσι να αναγνωρίσει κανείς τα προβλήματα του τραχήλου της μήτρας που δεν μπορεί να δει με γυμνό μάτι.
Με την κολποσκόπηση μπορεί να διαγνώσει κανείς δυσπλασία του τραχήλου, κονδυλώματα των γεννητικών οργάνων στον τράχηλο, τραχηλίτιδα, καλοήθεις όγκοι όπως πολύποδες αλλά και καρκίνο του τραχήλου της μήτρας. Για την κολποσκόπηση, ένας κολπικός διαστολέας, όπως εκείνο που χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια του τεστ Παπανικολάου, τοποθετείται στον κόλπο. Το κολποσκόπιο τότε μετακινείται έτσι ώστε ο τράχηλος να μπορεί να απεικονιστεί ευκρινώς. Ο τράχηλος της μήτρας καθαρίζεται με ένα διάλυμα που προκαλεί μερικές φορές ένα αίσθημα ελαφρού καύσου. Αυτό το υγρό καθιστά επίσης τα μη φυσιολογικά κύτταρα του τραχήλου να απεικονίζονται πιο εύκολα. Εαν η κολποσκόπηση φανερώσει αλλοιώσεις του τραχήλου της μήτρας, τότε μπορεί να γίνει λήψη βιοψίας από τις ύποπτες περιοχές ώστε να τεθεί η σαφής διάγνωση του προβλήματος. Αυτό συνεπάγεται λήψη μικρών κομματιών του τραχηλικού ιστού για εξέταση κάτω από το μικροσκόπιο.
Αυτή η εξέταση γίνεται εύκολα στο ιατρείο του γιατρού. Μετά από αυτή την εξέταση μπορεί να προκύψουν κάποιες ήπιες κράμπες ή κάποιο αίσθημα ελαφρού τσιμπήματος. Τα αποτελέσματα της βιοψίας μπορεί να καθυστερήσουν για κάποιες ημέρες.