Παρακολούθηση της Εξέλιξης της Εγκυμοσύνης

Η παρακολούθηση της εγκυμοσύνης πρέπει να ξεκινά μόλις η γυναίκα διαπιστώσει ότι είναι έγκυος. Στην πρώτη επίσκεψη στο ιατρείο μας θα επιβεβαιωθεί υπερηχογραφικά η βιωσιμότητα της εγκυμοσύνης και η ύπαρξη ενός ή καμιά φορά περισσοτέρων εμβρύων. Από νωρίς στην εγκυμοσύνη θα πάρουμε επίσης το γενικό και μαιευτικό ιστορικό της μητέρας, που είναι συχνά αποφασιστικής σημασίας για την εξέλιξη της εγκυμοσύνης. Θα δοθούν επίσης προφορικές και γραπτές πληροφορίες για τη διατροφή εγκυμοσύνης και τις δραστηριότητες της γυναίκας για τους επόμενους 9 μήνες. Νωρίς στην εγκυμοσύνη η μητέρα θα κάνει κάποιες εξετάσεις αίματος ρουτίνας και μερικές από αυτές θα τις επαναλάβει αργότερα. Ουσιαστικά η παρακολούθηση συνιστάται ανά εβδομάδα, κρατώντας ένα ημερολόγιο εγκυμοσύνης.

Ανεξάρτητα της ηλικίας της γυναίκας, συνιστάται η υπερηχογραφική εξέταση στις 11-14 εβδομάδες για τον προσδιορισμό της αυχενικής διαφάνειας. Αυτή η εξέταση συνδυάζεται με μία εξέταση αίματος (PAPP-A) για να προσδιοριστεί με περισσότερη ακρίβεια η πιθανότητα του εμβρύου να φέρει κάποια χρωμοσωμιακή ανωμαλία. Εάν η πιθανότητα αυτή εκτιμηθεί σημαντική, τότε προσφέρεται στο ζευγάρι αμνιοπαρακέντηση ή λήψη χοριακής λάχνης. Αν για οποιοδήποτε λόγο η γυναίκα δεν πραγματοποιήσει την υπερηχογραφική εξέταση της αυχενικής διαφάνειας, τότε μπορεί να πραγματοποιηθεί μία άλλη αιματολογική εξέταση (α-test) γύρω στις 16-18 εβδομάδες που υπολογίζει επίσης (αλλά με λιγότερη ευαισθησία από την αυχενική διαφάνεια) την πιθανότητα χρωμοσωμιακής ανωμαλίας. Στις 22 εβδομάδες κύησης πραγματοποιείται η υπερηχογραφική εξέταση που έχει στόχο τη λεπτομερή εξέταση της ανατομίας του εμβρύου. Στην εξέταση αυτή πραγματοποιείται συγχρόνως μία εξέταση Doppler των μητριαίων αρτηριών που μπορεί να διακρίνει τις εγκυμοσύνες εκείνες που έχουν αυξημένες πιθανότητες να αναπτύξουν ορισμένες επιπλοκές κύησης καθώς εξελίσσεται η εγκυμοσύνη. Οι επισκέψεις στο ιατρείο μας πραγματοποιούνται κάθε 4 εβδομάδες αλλά αυτό μπορεί να διαφέρει ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες της κάθε εγκύου. Σε κάθε επίσκεψη στο κέντρο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μετράται η αρτηριακή πίεση της εγκύου γυναίκας, εξετάζεται η σύνθεση των ούρων της και ψηλαφάται η κοιλιά της.

Σε κάθε ευκαιρία οι γυναίκες ενθαρρύνονται να θέτουν ερωτήσεις και να λαμβάνουν απαντήσεις ώστε να απομακρύνονται πιθανές ανησυχίες. Στο τρίτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης προσφέρεται μία ακόμα υπερηχογραφική εξέταση που στόχο έχει να υπολογίσει την ανάπτυξη του μωρού και να εκτιμήσει διάφορες άλλες παραμέτρους που μπορεί να δώσουν χρήσιμες πληροφορίες για την κατάσταση της υγείας του. Η εξέταση Doppler του πλακούντα και της εμβρυικής κυκλοφορίας είναι χρήσιμα εργαλεία για τις κυήσεις εκείνες που μπορεί να παρουσιάζουν κάποιες ανησυχίες. Το καρδιοτοκογράφημα είναι επίσης μία συμπληρωματική εξέταση εκτίμησης της εμβρυικής υγείας που προσφέρεται στις γυναίκες στον τελευταίο μήνα της κύησης και σε εκείνες που έχουν ξεπεράσει την αναμενόμενη ημέρα τοκετού. Οι γυναίκες που δεν έχουν ξεκινήσει τον τοκετό τους στην αναμενόμενη ημερομηνία τοκετού, παρακολουθούνται τακτικά με εξετάσεις Doppler και καρδιοτοκογράφημα. Στο διάστημα αυτό επιχειρούμε επίσης με απλή γυναικολογική εξέταση να αποκολλήσουμε τις μεμβράνες που περιβάλλουν το μωρό μια και αυτό έχει αποδειχθεί ότι αυξάνει τις πιθανότητες αυτόματης έναρξης τοκετού.

Στόχος μας είναι να αποφύγουμε όσο το δυνατό τη πρόκληση τοκετού που παρουσιάζει τεκμηριωμένα μεγαλύτερες πιθανότητες κατάληξης σε καισαρική τομή διασφαλίζοντας όμως σε κάθε περίπτωση την υγεία του μωρού. Εάν ο τοκετός δεν ξεκινήσει μετά τη συμπλήρωση μίας εβδομάδας ύστερα από την αναμενόμενη ημερομηνία τοκετού τότε οργανώνουμε τελικά πρόκληση τοκετού.