Η προσέγγιση των προβλημάτων της προεμμηνοπαυσιακής περιόδου πρέπει να εξατομικεύεται για κάθε γυναίκα ανάλογα με τη βαρύτητα τους και το ατομικό τους ιστορικό.
Εκτός από τα θετικά και αρνητικά της λήψης ορμονοθεραπείας θα πρέπει να συζητιούνται και αλλαγές προς υγιεινότερο τρόπο ζωής και διατροφής.
Αν η γυναίκα θελήσει να ξεκινήσει μετά από ενημέρωση Θεραπεία αποκατάστασης ορμονών, η δόση, ο τρόπος χορήγησης και η διάρκεια της θεραπείας θα πρέπει να εξατομικεύεται και να επανεκτιμώνται σε σταθερά χρονικά διαστήματα τα οφέλη και τα πιθανά προβλήματα
Τα μακροχρόνια πλεονεκτήματα της θεραπείας υποκατάστασης ορμονών είναι:
- Η αποφυγή οστεοπορωτικών καταγμάτων όσο διαρκεί η θεραπεία αλλά ελάττωση του αποτελέσματος αυτού όταν διακοπεί.
- Η ελάττωση του καρδιαγγειακού κινδύνου όταν η λήψη γίνεται πριν την ηλικία των 60 ετών και 10 χρόνια από την εμμηνόπαυση. (ειδικά όταν δεν χρησιμοποιείται προγεσταγόνο από το στόμα και προτιμάται η διαδερμική οδός χορήγησης οιστρογόνου).
Η ορμονοθεραπεία, προφυλάσσει ή επιδεινώνει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο;
- Η Θεραπεία υποκατάστασης ορμονών δεν επιδεινώνει τον κίνδυνο καρδιοαγγειακής νόσου όταν ξεκινά πριν τα 60 έτη. Ακόμα και αν υπάρχουν επιβαρυντικοί παράγοντες καρδιοαγγειακής νόσου, αν αυτοί ρυθμίζονται αποτελεσματικά, δεν αποτελεί αντένδειξη για την χορήγηση Θεραπείας υποκατάστασης ορμονών.
- Ο κίνδυνος για στεφανιαία καρδιακή νόσο ή εγκεφαλικό επεισόδιο για γυναίκες γύρω από την εμμηνόπαυση ποικίλει ανάλογα με τους επιβαρυντικούς παράγοντες για καρδιοαγγειακή νόσο.
- Η χρήση ορμονοθεραπείας που περιλαμβάνει μόνο οιστρογόνο δεν επηρεάζει ή και ελαττώνει την πιθανότητα καρδιακού επεισοδίου. Ωστόσο αν περιέχεται και προγεσταγόνο τότε ο κίνδυνος μπορεί να αυξηθεί λίγο.
- Ο κίνδυνος εγκεφαλικού επεισοδίου μπορεί να αυξηθεί λίγο με την χορήγηση ορμονοθεραπείας από το στόμα όχι όμως και με την διαδερμική χορήγηση. Ο κίνδυνος αυτός άλλωστε είναι μικρός στο γενικό πληθυσμό κάτω από τα εξήντα.
Υπάρχει κίνδυνος θρομβοεμβολικού επεισοδίου με την ορμονοθεραπεία;
- Ο κίνδυνος θρομβοεμβολικού επεισοδίου είναι μεγαλύτερος από το γενικό πληθυσμό στις γυναίκες που παίρνουν θεραπεία υποκατάστασης ορμονών από το στόμα.
- Αυτός ο κίνδυνος ωστόσο είναι ο ίδιος με τον γενικό πληθυσμό όταν η θεραπεία γίνεται διαδερμικά με έμπλαστρα στις ενδεδειγμένες δόσεις.
- Η διαδερμική χορήγηση είναι ασφαλής και σε γυναίκες με αυξημένο σωματικό βάρος.
- Στις γυναίκες ωστόσο που έχουν επιβαρυντικό ιστορικό για θρομβοεμβολικό επεισόδιο καλό είναι να γίνεται κάποιος αιματολογικός έλεγχος πριν την έναρξη της θεραπείας.
Η Θεραπεία υποκατάστασης ορμονών αυξάνει τον κίνδυνο για τον μαστό;
Ο κίνδυνος καρκίνου του μαστού σε γυναίκες σε ηλικίες γύρω από την εμμηνόπαυση ποικίλει ανάλογα με τους επιβαρυντικούς παράγοντες.
Μία στις εννέα γυναίκες χωρίς να κάνει χρήση ορμονοθεραπείας, θα αναπτύξει καρκίνο του μαστού σε κάποια φάση της ζωής της που όμως χάρη στη πρώιμη διάγνωση και θεραπεία οι περισσότερες από αυτές θα ιαθούνε .
Σε μία μεγάλη μελέτη που εξέτασε την επίπτωση της ορμονοθεραπείας στο καρκίνο του μαστού των γυναικών με τα πρώτα σκευάσματα που χρησιμοποιούσαν πριν περίπου 20 χρόνια διαπιστώθηκε το εξής:
Από τις 1000 γυναίκες 50 ετών που παρακολουθήθηκαν μέχρι την ηλικία των 55 ετών 11 γυναίκες ανέπτυξαν καρκίνο του μαστού σε αυτό το διάστημα.
Από τις 1000 γυναίκες 50 ετών και πάλι που τους χορηγήθηκε ορμονική θεραπεία και παρακολουθήθηκαν και αυτές μέχρι τα 55 τους έτη ανέπτυξαν καρκίνο του μαστού 14 γυναίκες, δηλαδή μόνο 3 στις 1000 παραπάνω.
Με σωστή επιλογή των ασθενών με βάση τον κίνδυνο τους για ανάπτυξη καρκίνου του μαστού και εξατομικεύοντας το θεραπευτικό σχήμα είναι δυνατόν να ελαχιστοποιήσουμε τον επιπλέον κίνδυνο. Άλλωστε οι γυναίκες που ταλαιπωρούνται σημαντικά από εμμηνοπαυσιακά συμπτώματα αφορούν λιγότερες από τις μισές γυναίκες.
Οι γυναίκες που η θεραπεία υποκατάστασης ορμονών μπορεί να έχει μεγαλύτερη επίπτωση στην εμφάνιση καρκίνου του μαστού είναι οι άτοκες ή αυτές που έγιναν μητέρες μετά τα 30, αυτές που έχουν πυκνούς μαστούς που υπάρχει οικογενειακό ιστορικό εμφάνισης του καρκίνου του μαστού ή ιστορικό καλοήθους νόσου του μαστού που όμως χρειάστηκε λήψη βιοψίας.
Οι υπέρβαρες γυναίκες έχουν ήδη αυξημένο κίνδυνο και η λήψη ορμονοθεραπείας δεν αυξάνει τον κίνδυνο περαιτέρω ενώ σ’ αυτές με χαμηλό σωματικό βάρος μπορεί να το αυξήσει. Παράγοντας κινδύνου μετά την λήψη ορμονοθεραπείας είναι επίσης η καθημερινή χρήση αλκοόλ.
Οι νεότερες μελέτες έχουν δείξει επανειλημμένα ότι όταν χρησιμοποιούνται οιστρογόνα ως μοναδική θεραπεία ορμονικής αποκατάστασης χωρίς τη λήψη προγεσταγόνου δεν αυξάνεται η επίπτωση του καρκίνου του μαστού. Σε κάποιες μελέτες περασμένων δεκαετιών που γινόταν χρήση μεγαλύτερων ποσοτήτων οιστρογόνου είχε φανεί μια αύξηση της επίπτωσης αλλά και πάλι μικρή.
Φαίνεται λοιπόν ότι η χρήση συνδυασμού οιστρογόνου και προγεσταγόνου είναι αυτή που κυρίως μπορεί να οδηγήσει σε πιο αυξημένη επίπτωση του καρκίνου του μαστού.
Αυτό ξεπερνιέται εύκολα με τη χρήση ενδομήτριου σπειράματος με σταθερή απελευθέρωση προγεσταγόνου ΄η με τη χρήση κολπικής προγεστερόνης.
Άλλοι παράγοντες που θα αξιολογήσει ο γιατρός για να δώσει την κατάλληλη θεραπεία είναι:
- η δόση του οιστρογόνου που αποσκοπεί στη επίτευξη των θετικών αποτελεσμάτων της θεραπείας,
- τη χρονική διάρκεια της θεραπείας,
- την οδό χορήγησης (από το στόμα ή διαδερμικά)
- την χορήγηση της θεραπείας συνεχώς με σταθερές δόσεις ή κυκλικά
- και το είδος του προγεσταγόνου που θα χρησιμοποιηθεί ( η φυσική προγεστερόνη έχει λιγότερη επίπτωση στο κίνδυνο για καρκίνο του μαστού από τα συνθετικά προγεσταγόνα).
ΑΛΛΕΣ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΜΜΗΝΟΠΑΥΣΗ
Η tibolone (LIVIAL®) είναι ένα συνθετικό στεροειδές που όταν παίρνεται από το στόμα μεταβολίζεται στο σώμα και οι μεταβολίτες που προκύπτουν μιμούνται τη δραστηριότητα των γυναικείων ορμονών οιστρογόνων και προγεστερόνης και των ανδρογεννητικών ορμονών όπως τη τεστοστερόνη.
Το αποτέλεσμα είναι να καταπολεμούνται τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης αλλά να εμποδίζεται επίσης την οστεοπόρωση. Έχει την ιδιότητα να έχει αντιοιστρογονική επίδραση στο ενδομήτριο και για το λόγο αυτό δεν προκαλεί την υπερπλασία που θα μπορούσε να οδηγήσει σε ατυπία ίσως και σε καρκίνο.
Πολλές μελέτες ισχυρίζονται ότι η επίδραση στον καρκίνο του μαστού είναι αμελητέα και κάποιες άλλες ότι σε μικρότερες ποσότητες μπορεί να τον ελαττώνει κιόλας.
Έχει κυκλοφορήσει από το Νοέμβριο του 2014 στην Αμερική ένα σκεύασμα (DUAVEE®) που περιέχει 20mg. bazedoxifene σε συνδυασμό με χαμηλής δόσης συνεζευγμένων οιστρογόνων (0,45mg).
Η βαζεδοξιφένη (bazedoxifene) είναι ένας εκλεκτικός ρυθμιστής των υποδοχέων οιστρογόνων (SERMs). Αυτό σημαίνει ότι δρα τόσο ως αγωνιστής υποδοχέων οιστρογόνων όσο και ως ανταγωνιστής υποδοχέων οιστρογόνων, ανάλογα με τα κύτταρα του οργάνου στόχου.
Η βαζεδοξιφένη προκαλεί αύξηση της οστικής πυκνότητας που συμβάλλει στην μείωση του κινδύνου καταγμάτων.
Στο ενδομήτριο και στο μαστό, η βαζεδοξιφένη δρα κυρίως ως ανταγωνιστής των υποδοχέων οιστρογόνων και έχει έτσι προστατευτική επίδραση στους ιστούς των οργάνων αυτών.
Η κύρια ένδειξη είναι εμμηνοπαυσιακά συμπτώματα σε γυναίκες που πρέπει να αποφύγουν τα προγεσταγόνα (αυξημένο κίνδυνο για καρκίνο του μαστού ή καρδιαγγειακής νόσου).